Το 1959 κατα τη διάρκεια εργασιών αποχέτευσης, είχε εντοπιστεί τυχαία ένας «θησαυρός»: δύο υπερμεγέθη χάλκινα αγάλματα της αρχαϊκής εποχής, που όμοια τους δεν είχαν βρεθεί ποτέ ως τότε, και μια μαρμάρινη επιτύμβια στήλη.
Ο Μιχάλης Παπαδάκης ήταν πολιτικός μηχανικός που εργάστηκε σε δημόσια και ιδιωτικά έργα από το 1930 ως το 1960 και ήταν εκείνος που ανακάλυψε το άγαλμα της Αθηνάς κατά τη διάρκεια των εργασιών.
Λίγες ημέρες μετά, σε κοντινό σημείο εντοπιζόταν μία χάλκινη Αθηνά, ύψους 2,35 μέτρων και ένα χάλκινο άγαλμα της Αρτέμιδος.
Τα ευρήματα προφανώς προκάλεσαν παγκόσμιο ενδιαφέρον.
Τέσσερις υπουργοί έσπευσαν επιτόπου για να τα δουν ενώ ένα άλυτο μέχρι σήμερα μυστήριο πλανιόταν στον αέρα: Ποιος, πότε και για ποιον λόγο προχώρησε στην ομαδική ταφή τους…;
Μικρές ψηφίδες, που ανασυνθέτουν αυτή την ιδιαίτερη ιστορία έρχονται για πρώτη φορά στο φως, 65 χρόνια μετά, μέσα από τη δωρεά ενός σπάνιου αρχειακού υλικού μοναδικής αξίας: του αρχείου του πολιτικού μηχανικού Μιχάλη Παπαδάκη, αδελφού της ηθοποιού Ελένης Παπαδάκη που δολοφονήθηκε τον Δεκέμβριο του 1944 από την ΟΠΛΑ.
Ο Μιχάλης Παπαδάκης ήταν πολιτικός μηχανικός που εργάστηκε σε δημόσια και ιδιωτικά έργα από το 1930 ως το 1960 και ήταν εκείνος που ανακάλυψε το άγαλμα της Αθηνάς κατά τη διάρκεια των εργασιών.
Τι περιλαμβάνει όμως το αρχείο-δωρεά; Στα σπάνια τεκμήρια από το αρχείο του, που δώρισαν πρόσφατα στη Monumenta η Καρολίνα Παπαδάκη – Φουντουκά και ο Παναγιώτης Νινόπουλος, συγκαταλέγονται ασπρόμαυρες φωτογραφίες από την ανασκαφή και ένα χειρόγραφο σημείωμα πίσω από καρτ ποστάλ της εποχής:
«Το άγαλμα Αθηνάς ύψους 2.30μ που βρήκα ανασκάπτοντας την οδόν Γεωργίου του Α’ στον Πειραιά την 25-7-1959».
Το αρχείο περιλαμβάνει επίσης, τρία λευκώματα με φωτογραφίες τραβηγμένες τις δεκαετίες του ’20 και του ’30 και αναλυτικές περιγραφές – πρόκειται για ένα συναρπαστικό ταξίδι σε εικόνες της Αθήνας και της ελληνικής επαρχίας που έχουν χαθεί για πάντα.
Μετά την ταξινόμησή του, το αρχείο θα παραχωρηθεί στην Εθνική Βιβλιοθήκη, όπως όλες οι δωρεές αρχείων που παραλαμβάνει η Monumenta.
(Περισσότερα στην σχετικη πηγή από τα nea.gr)
Στο σημείο ομως αυτό ας διαβάσουμε τις αναλυτικές σχετικες πληροφοριες με την προαναφερθείσα ανασκαφή από από το Πειραιόραμα του γνωστού ιστορικού Στέφανου Μιλεση ( όπως τις βρήκαμε και στη michanitouxronou.gr)
Ήταν 18 Ιουλίου του 1959 όταν ένα συνεργείο ύδρευσης – αποχέτευσης με την επωνυμία ΥΔΡΕΞ, σκάβοντας στη διασταύρωση των οδών Βασ. Γεωργίου Α΄ και Φίλωνος, με σκοπό την κατασκευή νέων υπονόμων, προσέκρουσε σε αρχαία.
Ο χειριστής του κομπρεσέρ Σακελλίου αισθάνθηκε ότι το έμβολο του μηχανήματος βρήκε σε στερεό αντικείμενο. Σταμάτησε για να τραβήξουν τα χώματα και είδε κατάπληκτος να προβάλλουν τα δάκτυλα ενός αγάλματος. Αμέσως ειδοποιήθηκε η Αρχαιολογική Υπηρεσία η οποία έφερε στο φως ένα χάλκινο άγαλμα κούρου (ύψους 1.90μ), ένα χάλκινο άγαλμα κόρης (1.94μ) και μια μαρμάρινη ερμαϊκή στήλη.
Στο μεταξύ, η είδηση της ανεύρεσης των σπάνιας τέχνης αγαλμάτων, που θεωρείται από τα μεγαλύτερα αρχαιολογικά γεγονότα, έδωσε αφορμή να συρρεύσουν πλήθη Πειραιωτών επί τόπου, για να τα θαυμάσουν. Το ίδιο απόγευμα κατέφτασαν ο Υπουργός Παιδείας, Βογιατζής, ο Υφυπουργός Οικονομικών, Αλιμπράντης, ο Υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας, Ανδριανόπουλος και ο Δήμαρχος Ντεντιδάκης.
Τέτοια χάλκινα αγάλματα αρχαϊκής τέχνης δεν είχαν βρεθεί ποτέ μέχρι τότε, αλλά και μέχρι σήμερα. Η μοναδικότητά τους προκάλεσε το ενδιαφέρον ων αρχαιολόγων όλου του κόσμου.
Ο τότε Υπουργός Προεδρίας της Κυβερνήσεως κ. Τσάτσος ζήτησε τηλεφωνικά να μάθει οτιδήποτε που θα μπορούσε να διαφωτίσει τον τότε Πρωθυπουργό κ. Καραμανλή ο οποίος πήγε προσωπικά να δει τα ευρήματα. Η αρχαιολογική υπηρεσία συνέχισε την ανασκαφή λίγο πιο κάτω και την 25 Ιουλίου του 1959 βρήκε χάλκινο άγαλμα της Αθηνάς (ύψους 2.35μ), χάλκινο άγαλμα της Αρτέμιδος (1.55μ) και άλλα αρχαιολογικά ευρήματα όπως ασπίδες και στήλες.
Χάλκινα αγάλματα φυσικού μεγέθους και μάλιστα κλασσικών χρόνων υπήρχαν λιγοστά στο αρχαιολογικό μουσείο Αθηνών προερχόμενα από ναυάγια. Συνεπώς η ταυτόχρονη ανακάλυψη τεσσάρων χάλκινων αγαλμάτων χαρακτηρίστηκε από τους επιστημονικούς κύκλους ως η “ανεύρεση του θησαυρού του Πειραιά”.
Τα ευρήματα με τα χώματα ακόμα μεταφέρονταν στο τότε μικρό αρχαιολογικό μουσείο Πειραιά, ενώ πλήθος ξένων ανταποκριτών κάλυπταν το γεγονός. Το μεγάλο ερώτημα της ανασκαφής ήταν το εξής: Ποιός τοποθέτησε τα αγάλματα όλα μαζί εντός δωματίου 12 τ.μ. θαμμένο κάτω από τη Λεωφόρο Βασ. Γεωργίου Α΄, δωμάτιο το οποίο μέχρι και σήμερα δεν έχει ανασκαφεί. Τα αγάλματα που είχαν βρεθεί ήταν τοποθετημένα μαζί αλλά και συσκευασμένα ώστε να μεταφερθούν. Αλλά από ποιόν;
Κάποιοι είπαν ότι αποτελούσαν προϊόντα λεηλασίας των Αθηνών από τον Ρωμαίο ύπατο Σύλλα, ο οποίος κατέκτησε την πόλη το 86 π.χ., άλλοι μίλησαν από νεώτερους αρχαιοκάπηλους εποχής Τινάν και Γαλλικής κατοχής του Πειραιά.
Άρα όταν μιλάνε για θησαυρό, ουσιαστικά μιλάνε για κάτι που δεν ανήκε στον Πειραιά, αλλά συσκευάστηκε και τοποθετήθηκε εκεί (κοντά στο λιμάνι) προκειμένου να μεταφερθεί. Άλλοι ισχυρίζονται ότι τα αρχαία αυτά που βρέθηκαν κοσμούσαν αρχαία του Πειραιά δηλαδή προέρχονταν από την πόλη που βρέθηκαν.
Το σημείο πάντως που βρέθηκαν μόνο τυχαίο δεν μπορεί να χαρακτηριστεί. Εκεί κοντά υπήρχε ο ναός του Διός Σωτήρος, δίπλα η Μονή του Αγίου Σπυρίδωνος και εκεί κοντά διέμενε και ο τούρκος τελώνης.